"Γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς" (Κατά Ιωάννη 8,32).

Τρίτη 25 Δεκεμβρίου 2012

ΓΙΑΤΙ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ; - ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ (+) ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΚΥΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΗ




Άρθρο μας στην ομογενειακή εφημερίδα Hellas News (σελ. 32) στις 22 Δεκεμβρίου ε.ε. :

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ, αγαπητοί μου, όταν έρχεται στον κόσμο, γεννιέται σε κάποιο χρόνο και κάποιο τόπο. Έκτος χρόνου και τόπου δεν υπάρχει άνθρωπος. Από τον κανόνα αυτόν δεν εξαιρέθηκε ούτε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Ενώ ως Θεός είναι άχρονος και άναρχος, ως άνθρωπος γεννήθηκε σε ορισμένο χρόνο και τόπο. 'Ως προς το χρόνο, είναι ιστορικώς βεβαιωμένο από τις αρχαίες πηγές, ότι o Χριστός γεννήθηκε επί Καίσαρος Οκταβιανού Αυγούστου (31 π.Χ. - 14 μ.Χ.). Ως προς δε τον τόπο, γεννήθηκε όχι σε κάποιο από τα μεγάλα αστικά κέντρα του αρχαίου κόσμου (Αθήνα, Ρώμη, Αλεξάνδρεια, κ.ά.), αλλά σε μία πολίχνη, ένα μικρό χωριό, πού υπάρχει μέχρι σήμερα σε μικρή απόσταση έξω από τα Ιεροσόλυμα, τη Βηθλεέμ. Πώς βρέθηκε στη Βηθλεέμ ή παναγία Θεοτόκος; Όταν ο Αύγουστος Καίσαρ μετά από σκληρούς αγώνες εξόντωσε όλους τους αντιπάλους και ανακηρύχθηκε μονάρχης, θέλησε, όπως ο βοσκός μετράει τα πρόβατα του, να μέτρηση και αυτός την απέραντη μάνδρα του, πού έφτανε από τη Γαλλία μέχρι την Αίγυπτο και τη Βαβυλώνα. Ήτο μονοκράτωρ. Διέταξε λοιπόν απογραφή σε όλο το κράτος. Αυτό είναι γεγονός ιστορικώς εξακριβωμένο. Ή διαταγή έλεγε, ότι πρέπει ο καθένας να βρεθεί στον τόπο της καταγωγής του και εκεί ν' απογραφή. Έτσι και ή Παναγία, πού ζούσε στη Ναζαρέτ της Γαλιλαίος, αναγκάστηκε να ξεκινήσει, να διανύσει περίπου 150 χιλιόμετρα μαζί με τον Ιωσήφ, τον φύλακα και προστάτη, για να φθάσει στη Βηθλεέμ. Ήταν χειμώνας, κρύο. Νύχτα πλησίαζε. Ή σπίτι δεν άνοιξε να δεχθεί μέσα την επίτοκο μητέρα. Φάνηκαν σκληροί οι Βηθλεεμίται. Ή Παναγία αναγκάστηκε να βγει έξω από τη Βηθλεέμ και να ζήτηση κατάλυμα σε μια σπηλιά από αυτές πού άφθονες υπάρχουν στην Παλαιστίνη, μια σπηλιά πού χρησίμευε στους βοσκούς σαν στάβλος. 'Εκεί λοιπόν, σ' ένα βρωμερό στάβλο, πάνω σε μια φάτνη πού θέρμαιναν μόνο οι αναπνοές των ζώων, έγεννήθη ο Σωτήρ. Ω συγκατάβασις, ω μυστήριο, ω ανερμήνευτο θαύμα! Μακάριος όποιος σκύβει στη φάτνη και προσκυνεί τον γεννηθέντα Σωτήρα του κόσμου με πίστη και ειλικρίνεια. Μέσα σε τέτοιες συνθήκες γεννήθηκε ο Χριστός. Τίνος άλλου ή γέννησις έγινε σε τόσο ταπεινές συνθήκες; Μόνο όταν ήρθαν οι πρόσφυγες στην Ελλάδα, ίσως τότε κάποιοι γεννήθηκαν μέσα στα πλοία πού τους μετέφεραν κατάφορτα στην πατρίδα· με τις γεννήσεις κατά το δράμα εκείνο μπορεί λίγο να παραβληθεί ή γέννησης του Σωτήρος. Και ενώ ο Χριστός εγεννάτο στη φάτνη ενός στάβλου, όποιος στα Ιεροσόλυμα τη νύχτα εκείνη περνούσε έξω από τα ανάκτορα του Ήρώδου, θα άκουγε φωνές ανδρών και γυναικών πού διασκέδαζαν. Δεν θα άκουγε εκεί τον αγγελικό ύμνο πού άκουσαν οι ποιμένες. Τι αντίθεση μεταξύ φάτνης και ανακτόρων ! Γιατί γεννήθηκε ο Χριστός ; Για μας, αγαπητοί μου, για μας τους ανθρώπους και για τη σωτηρία τη δική μας ο Υιός και Λόγος του Θεού κατέβηκε από τους ουρανούς, «εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της παρθένου», και ενανθρώπησε. Αυτή είναι η απάντηση του πιστού στο ερώτημα, και αυτό βροντοφωνεί η Εκκλησία διά του Συμβόλου της πίστεως (άρθρο 3). Μέγα το μυστήριο ! Ποιός ποτέ θα μπορέσει να καταλάβει σε όλο το βάθος και το πλάτος το υπερφυέστατο γεγονός ότι ένας Θεός σαρκώνεται, γίνεται άνθρωπος, για να σώσει την ανθρωπότητα ; Εδώ και οι μεγαλύτερες διάνοιες, χωρίς τη βοήθεια της πίστεως, συντρίβονται. Μικρός εμπρός στο Θεό ο άνθρωπος, ας είναι κ΄ ένας Σωκράτης. Θα ομολογήσει την άγνοια και την αδυναμία του εμπρός στο μυστήριο. Μικρός ο άνθρωπος, μεγάλος ο Θεός ! Μόνο η πίστη ρίχνει φως στο μυστήριο. Ο πιστός το αισθάνεται, το βλέπει, το ζει, και δεν βρίσκει λέξεις για να εξωτερικεύσει την υπερκόσμια αγαλλίαση που δοκιμάζει όταν ακούει να ψάλλεται το «Χριστός γεννάται, δοξάσατε…… (καταβασία Χριστουγέννων ωδή α΄). Νομίζει ότι δεν πατάει στη γη, αλλά μεταφέρεται στον ουρανό, στη χώρα των αγγέλων, κι ακούει τις υμνωδίες τους. Ο άπιστος ζει και περιπλανάται στο σκοτάδι. Δεν μπορεί να βρει μόνος του το δρόμο που οδηγεί στη Βηθλεέμ, εκεί που λάμπει το άστρο, το φως της αιωνίου αληθείας. Άπιστοι, αποκαλυφθείτε εμπρός στο μυστήριο της φάτνης, καταθέστε την πανοπλία του εγωισμού σας. Άλλα εφόδια χρειάζονται για να νιώσετε το μυστήριο. Πάρτε μαζί σας την ταπείνωση των αγραυλούντων ποιμένων, την πίστη των μάγων, την αθωότητα των σφαγιασθέντων νηπίων, και τότε θα βρείτε το δρόμο, θα συναντήσετε το Χριστό, και θα ομολογήσετε ότι στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας πριν δυό χιλιάδες χρόνια έγινε το μεγαλύτερο θαύμα, που κατέγραψε στις σελίδες της η ιστορία ως το σπουδαιότερο γεγονός αφ΄ ότου έγινε ο κόσμος. Ποιό το γεγονός ; ότι «εγεννήθη Παιδίον νέον ο προ αιώνων Θεός» (Κοντάκιο). Μέγα το μυστήριο ! Το σπασμένο άγαλμα συναρμολογείται. Ένα παράδειγμα, για να πάρουμε μια αμυδρή ιδέα του μυστηρίου. Υποθέστε, αγαπητοί μου, ότι στο κέντρο μιας πόλεως έχει στηθεί ένα άγαλμα. Είναι θαυμάσιο και ως σύλληψη και ως εκτέλεση. Όλα του συμμετρικά, κανείς δεν μπορεί να βρει μια ατέλεια. Όλοι το θαυμάζουν αλλά οι σοφότεροι θαυμάζουν περισσότερο τον άγνωστο εκείνο γλύπτη, που είχε τέτοια δύναμη τέχνης, ώστε από ένα άμορφο μαρμάρινο όγκο να βγάλει ένα τέτοιο αριστούργημα. Κανείς δεν υπάρχει που να πει, ότι το άγαλμα αυτό βρέθηκε τυχαία, ότι έτσι μόνο του ξεφύτρωσε ένα πρωί από τα σπλάχνα του λατομείου της Πεντέλης ή της Πάρου κι ότι έτσι μόνο του στήθηκε εκεί. Το άγαλμα, δημιούργημα άριστου τεχνίτη, λάμπει στη θέση του. Πόσο ωραίο είναι ! Το βλέπεις και νομίζεις πως θα σου μιλήσει. Εκείνα τα χείλη, εκείνη η έκφραση, εκείνο το χαμόγελο στο πρόσωπο. τί θαύμα ! Αλλ΄ αναπάντεχα – ω συμφορά ! – μια νύχτα κάποιος, που ζήλεψε φαίνεται τη δόξα του Ηροστράτου, αποφάσισε να το καταστρέψει. Πλησιάζει λοιπόν, τοποθετεί στη βάση του δυναμίτη, ανάβει το φυτίλι, κι ο κακούργος απομακρύνεται. Κρυμμένος σε μια γωνιά του σύμπαντος περιμένει το αποτέλεσμα. Σε λίγο ένας δαιμονιώδης κρότος ακούγεται. Το έδαφος σείεται. Οι κάτοικοι της ευτυχισμένης πόλης ξυπνούν, ανάβουν φώτα, και τί να δουν ; Το άγαλμα, το καύχημα της πόλεως που προσήλκυε περιηγητάς απ΄ όλα τα μέρη, αυτό το αριστούργημα, δεν υπάρχει πια. Τι λέω, δεν υπάρχει ; Υπάρχει, αλλ΄ όχι ως ομορφιά. υπάρχει ως ερείπια. Ο δυναμίτης το΄ κανε χίλια συντρίμμια σκορπισμένα εδώ κ΄ εκεί. Όλοι κλαίνε και καταριόνται το δράστη του εγκλήματος. Τα χρόνια περνούν, οι αιώνες διαβαίνουν. Αλλά η ομορφιά του αγάλματος δεν ξεχνιέται. Οι γέροι διηγούνται τα παιδιά τη δόξα του. Ο πόθος όλων εκφράζεται με μια ευχή, μια κρυφή ελπίδα. Ω και να ήταν δυνατόν να διορθωθεί το κακό και να στηθεί πάλι στη μέση της πλατείας το άγαλμα όπως ήταν στην αρχή !...... Και να ο κοινός μύχιος πόθος εκπληρώνεται ! Έρχεται κάποιος. Είναι εκείνος που κατασκεύασε το άγαλμα. Λυπήθηκε για την καταστροφή του καλύτερου έργου που βγήκε απ΄ το εργαστήριό του. Γιατί ποιός τεχνίτης δεν πονάει το έργο του ; Το πόνεσε λοιπόν και αυτός. Είδε τα συντρίμματα. Τα μαζεύει ένα - ένα και μέσα στο εργαστήριό του τα συναρμολογεί όλα. Και ξαφνικά μια μέρα ευλογημένη, ενώ θαυμάζουν όλοι, άγγελοι και άνθρωποι, το άγαλμα τοποθετείται και πάλι στη μέση της πόλεως, όπως ήταν και ακόμη ωραιότερο. Το έμψυχο άγαλμα αναστηλώνεται. Παραβολικός μέχρι εδώ είναι ο λόγος. Θέλετε τώρα την ερμηνεία του παραδείγματος ; Ακούστε. Το άγαλμα, το έμψυχο άγαλμα, είναι ο άνθρωπος. Όταν δημιουργήθηκε από το Θεό, οι άγγελοι θαύμασαν τον άνθρωπο ως το τελειότερο δημιούργημα. Γιατί ο άνθρωπος βγήκε από το θεϊκό εργαστήριο ωραίος, «καλός λίαν», αγαθός, άκακος, αθώος. Μια αρμονία και ειρήνη βασίλευε στη φύση και την καρδιά του. Αλλά ξαφνικά – τί συμφορά ! – ο άνθρωπος έπεσε. Σατανική δύναμη συνέτριψε το θεϊκό κάλλος. Ποιός μπορεί να το αρνηθεί ; Από τότε η ειρήνη φυγαδεύθηκε, πόλεμος αόρατος άρχισε. Μέσα στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής μάχονται δύο αντίθετες δυνάμεις, «άγγελος και σατανάς γρονθοκοπούναι». Και κάτω από τη δύναμη του κακού ο άνθρωπος γίνεται ένα ηθικό ερείπιο, διασπάται η ψυχική του ενότητα, γίνεται αγνώριστος. Ιδέστε τον. κλέφτης, ψεύτης, πλαστογράφος, πλεονέκτης, μωροφιλόδοξος, μοιχός, πόρνος, βλάστημος, φονιάς, εμπρηστής, προδότης, θηρίο μάλλον παρά άνθρωπος. Θεέ μου, που κατήντησε το έμψυχο άγαλμα ! πεσμένο σε συντρίμμια, σε ερείπια. Ποιός τώρα θα τον σώσει ; Και ενώ οι φιλόσοφοι σαν απλοί θεατέ παρακολουθούσαν το δράμα του ανθρώπου που κυλούσε στην κατηφόρα του ηθικού ολέθρου, ξαφνικά ένα πρωτοφανές άστρο φωτίζει τον κόσμο, σμήνη αγγέλων πετούν πάνω απ΄ τη Βηθλεέμ, θεία μουσική αντηχεί, ακούγεται το εμβατήριο «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία» (Λουκ. 2, 14). Τί συμβαίνει ; Μέγα μυστήριο εκτυλίσσεται. Ο Θεός σπλαχνίσθηκε το πλάσμα των χειρών του. Άκουσε τους στεναγμούς, είδε τα ηθικά του ερείπια και συντρίμμια, και αποφάσισε να σώσει τον άνθρωπο. Ω θαύμα θαυμάτων ! Κλίνει ουρανούς και κατεβαίνει. Σαρκώνεται από τα αίματα της πανάγνου κόρης. Γίνεται άνθρωπος, χωρίς να παύσει να είναι Θεός, για να κάνει Θεό τον άνθρωπο. Με την όλη ένσαρκη οικονομία ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος ανορθώνει το πεσμένο ανθρώπινο πρόσωπο, αναστηλώνει το κατεστραμμένο έμψυχο άγαλμα, αποκαθιστά το πλάσμα του στο αρχικό κάλλος του κι ακόμη ανώτερα. Περιμένετε ! Η διδασκαλία, που θα κηρύξει το Νήπιο της Βηθλεέμ, τα θαύματα που θα κάνει, η αγία ζωή που θα ζήσει, και προ παντός το τίμιο αίμα του με το οποίο θα βάψει το λόφο του Γολγοθά και μάλιστα η ένδοξη ανάστασή του με την οποία θα νικήσει το θάνατο, αυτά θα σώσουν, θα λυτρώσουν, θα ωραΐσουν, θα θεώσουν τον άνθρωπο. Και μόνο όσοι θα μείνουν μακριά του, μόνο όσοι θα τον αρνηθούν και θα τον σταυρώσουν, αυτοί θα χαθούν. Η ζωή του ανθρώπου, αγαπητοί μου, είναι ολόκληρο δράμα. Μακριά απ΄ το Χριστό η ζωή μας γίνεται ή τραγωδία ή κωμωδία. Μύρια σύγχρονα παραδείγματα πιστοποιούν την αλήθεια αυτή. Μόνο διά του Χριστού επέρχεται η λύσις του δράματός μας. Χριστιανοί ! Μη περιπλανάσθε μακριά, μη ζητάτε άλλα φώτα. Στραφείτε με πίστη προς το άστρο της Βηθλεέμ. Το άστρο αυτό φέρνει ειρήνη, αγάπη, δικαιοσύνη, αλήθεια. Αργά ή γρήγορα όλοι θα καταλάβουμε, ότι ο άνθρωπος μόνο διά του Χριστού εξευγενίζεται, εξωραΐζεται ηθικά, γίνεται έμψυχο άγαλμα αρετής, ηθική προσωπικότης, για την οποία οι αρχαίοι προγονοί μας έλεγαν. «Ως χαρίεν εστ΄ άνθρωπος, όταν άνθρωπος η» (= πόσο χαριτωμένο πλάσμα είναι ο άνθρωπος όταν είναι πράγματι άνθρωπος). Μόνο διά του Ιησού ο άνθρωπος επανέρχεται στη θεία μακαριότητα από την οποία είχε εκπέσει, φτάνει στο «καθ΄ ομοίωσιν» Θεού (Γεν. 1, 26), γίνεται μικρός θεός, θεός κατά χάριν. Ας ψάλουμε λοιπόν με αγαλλίαση. «Χριστός γεννάται, δοξάσατε. Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε. Χριστός επί γης, υψώθητε. Άσατε τω Κυρίω, πάσα η γη, και εν ευφροσύνη ανυμνήσατε, λαοί, ότι δεδόξασται». (+) επίσκοπος Αυγουστίνος



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου